- πεντάφωνος
- -η, -ο(για μουσική σύνθεση) αυτός που έχει γραφεί για πέντε φωνές ή αυτός που εκτελείται από πέντε φωνές.[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα-* + -φωνος (< φωνή), πρβλ. τρί-φωνος].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πεντα- — και πεντ και πενθ , ΝΜΑ, πεντο , Ν, πεντε , Α α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο αριθμητικό πέντε και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό υπάρχει ή γίνεται πέντε φορές (πρβλ. πεντά γωνος, πεντα… … Dictionary of Greek
πενταφωνία — η [πεντάφωνος] η εκτέλεση μουσικού κομματιού που έχει γραφεί για πέντε φωνές … Dictionary of Greek
φωνή — Το αποτέλεσμα ενός συντονισμένου συνόλου κινήσεων των φωνητικών οργάνων, που πραγματοποιείται κάτω από τον έλεγχο των νευρικών κέντρων. Τα συστήματα παραγωγής της φ. διαιρούνται σχηματικά σε 3 κατηγορίες: 1) αναπνευστικό σύστημα· 2) λαρυγγικό… … Dictionary of Greek